To διττό σοκ προσφοράς-ζήτησης λόγω πανδημίας
Αποτυπώνεται ανάγλυφα
στην Ετήσια Έκθεση 2021 του Ινστιτούτου Εργασίας της Γ.Σ.Ε.Ε.
Η Ελλάδα είχε την τρίτη χειρότερη επίδοση στην Ευρωζώνη
23:57:13,06/11/2021

Αναλυτικότερα, η Ελλάδα είχε το 2020 την τρίτη χειρότερη επίδοση στην Ευρωζώνη και κατά 8,2% μειώθηκε το πραγματικό Α.Ε.Π. Φωτογραφία από pasita wanseng από το Pixabay
Σημαντικές είναι οι επιπτώσεις του διττού σοκ προσφοράς-ζήτησης που προκάλεσε η πανδημία Covid-19 στο μακροοικονομικό και στο παραγωγικό σύστημα της οικονομίας, όπως αποτυπώνεται στην την ετήσια έκθεση 2021 για την ελληνική οικονομία – απασχόληση του Ινστιτούτου Εργασίας(ΙΝ.Ε.) της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών Ελλάδας (Γ.Σ.Ε.Ε.), η οποία κατέγραψε την τρέχουσα κατάσταση στην αγορά εργασίας.
Χαρακτηριστικό είναι πως οι συγκεκριμένες επιπτώσεις «αποτυπώνονται» στη μεγάλη μείωση του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος ( Α.Ε.Π.) και στην ακαθάριστη προστιθέμενη αξίας σημαντικών κλάδων της οικονομίας.
Αναλυτικότερα, η Ελλάδα είχε το 2020 την τρίτη χειρότερη επίδοση στην Ευρωζώνη και κατά 8,2% μειώθηκε το πραγματικό Α.ΕΠ.
Κάμψη εξαγωγών των υπηρεσιών
Το αποτέλεσμα αυτό οφείλεται κυρίως στην κάμψη των εξαγωγών των υπηρεσιών κατά 17 δισεκατομμύρια ευρώ ( 9,34% του Α.Ε.Π. του 2019) και της κατανάλωσης κατά 6 δισεκατομμύρια ευρώ.
Για ακόμη μια φορά φαίνεται πως οι εγχώριες επενδύσεις δεν μπορούν να δημιουργήσουν ισχυρή επεκτατική δυναμική. Η μείωση των επενδύσεων των μη χρηματοοικονομικών επιχειρήσεων περιορίστηκε στα 721 εκατομμύρια ευρώ. Το φυσικό κεφάλαιο των μη χρηματοοικονομικών επιχειρήσεων συνέχισε να μειώνεται, αφού οι επενδύσεις εξακολουθούσαν να υπολείπονται από τις αποσβέσεις.
Κατά τη διάρκεια της περιόδου 2010 – 2020 «κυμαινόταν» ο μέσος ρυθμός μείωσης του κεφαλαίου στο 0,5% ανά τρίμηνο. Την ίδια δεκαετία χάθηκε και το 25% του φυσικού κεφαλαίου των επιχειρήσεων.
Το χαμηλότερο ποσοστό επενδύσεων στην Ευρωζώνη
Μέσα στο α’ τρίμηνο του 2021 πέτυχαν οι ελληνικές επιχειρήσεις το δεύτερο υψηλότερο περιθώριο κέρδους, αλλά είχαν το χαμηλότερο ποσοστό επενδύσεων στην Ευρωζώνη.
Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του ΙΝ.Ε. της Γ.Σ.Ε.Ε., αυτή η συμπεριφορά του επιχειρηματικού τομέα αποτελεί μια πραγματική διαρθρωτική ιδιαιτερότητα του ελληνικού αναπτυξιακού υποδείγματος.
Βάσει αυτού του δεδομένου, προσανατολίζονται οι σχεδιασμένες οικονομικές πολιτικές στην περαιτέρω αύξηση της κερδοφορίας των επιχειρήσεων, αλλά είναι πιθανό να αποδειχθούν αναποτελεσματικές για να ενθαρρύνουν ένα σημαντικό όγκο νέων επενδύσεων.
Στην ίδια έκθεση εκτιμάται πως η μεγάλη πτώση του Α.Ε.Π. και των ροών εισοδήματος μαζί με αυτή της ρευστότητας «αναζωπυρώνει» τη σημασία της ευθραυστότητας, καθώς και της χρηματοπιστωτικής φερεγγυότητας των θεσμικών τομέων της οικονομίας.
Οι αποταμιεύσεις των νοικοκυριών
Για την κατάσταση των θεσμικών οικονομικών φορέων αναφέρεται πως θα προσδιοριστεί από τη διάρκεια- ένταση της ανάκαμψης της οικονομίας και την αποτελεσματικότητα της οικονομικής πολιτικής.
Ωστόσο, για πρώτη φορά από το 2012 καταγράφεται πως οι αποταμιεύσεις των νοικοκυριών ήταν θετικές εξαιτίας της αποχής από την κατανάλωση λόγω των μέτρων κοινωνικής αποστασιοποίησης.
Αν το αποτέλεσμα αυτό βελτίωσε τη χρηματοοικονομική κατάσταση των καταναλωτών και στην ετήσια έκθεση 2021 για την ελληνική οικονομία – απασχόληση του Ινστιτούτου Εργασίας της Γ.Σ.Ε.Ε. εκτιμάται πως θα είναι βραχυπρόθεσμο.
Σχετικά με την ανισότητα πλούτου και εισοδήματος αναφέρεται πως αποκρύπτει τον μεγάλο αρνητικό αντίκτυπο που είχε η πανδημία στα φτωχότερα νοικοκυριά, των οποίων η χρηματοοικονομική κατάσταση επιδεινώθηκε λόγω της μείωσης του εισοδήματός τους.
Την ίδια στιγμή εξαιτίας της πτώσης της κατανάλωσης και της μειωμένη ζήτησης επιδεινώθηκε η χρηματοοικονομική κατάσταση των επιχειρήσεων. Το αποτέλεσμα ήταν ν’ αυξηθεί κατά 35% ο δείκτης του χρέους προς τα ακαθάριστα κέρδη των επιχειρήσεων μεταξύ του δ’ τριμήνου του 2019 και του δ’ τριμήνου του 2020.
Αποσταθεροποίηση των βασικών δημοσιονομικών μεγεθών
Ακόμη, μία από τις πιο σημαντικές συνέπειες της πανδημικής κρίσης είναι η αποσταθεροποίηση βασικών δημοσιονομικών μεγεθών της ελληνικής οικονομίας και η ανατροπή της δημοσιονομικής προσαρμογής των προηγούμενων ετών.
«Η Ελλάδα κατέγραψε το 2020 τη μεγαλύτερη προσαρμογή του πρωτογενούς ισοζυγίου (από πλεόνασμα 4,1% του Α.Ε.Π. σε έλλειμμα 6,7% του ΑΕΠ) και τη μεγαλύτερη αύξηση του δημόσιου χρέους ως ποσοστού του Α.Ε.Π. μεταξύ των κρατών-μελών της Ευρωζώνης.
Ο δείκτης φερεγγυότητας του ελληνικού Δημοσίου υποβαθμίστηκε ραγδαία το 2020 από το αξιόπιστο καθεστώς κερδοσκόπου, όπου βρισκόταν το 2019 στο μη βιώσιμο καθεστώς τύπου ultraPonzi.
Το 2021,ο δείκτης θα υποχωρήσει περαιτέρω εντός του χρηματοπιστωτικά μη αξιόπιστου καθεστώτος τύπου ultraPonzi, δεδομένης της πρόβλεψης για υψηλότερο πρωτογενές έλλειμμα ως ποσοστό του Α.Ε.Π», επισημαίνεται στην έκθεση.

Ο αγροτικός κτηνοτροφικός τομέας και η βιομηχανία εμφανίζουν μία σαφώς μεγαλύτερη ανθεκτικότητα απέναντι στις οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας.Φωτογραφία από Bruno /Germany από το Pixabay
Ο ρόλος του δημόσιου τομέα
Για το δημόσιο τομέα ξεκαθαρίζεται πως θα πρέπει να διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στον βιώσιμο αναπτυξιακό μετασχηματισμό της ελληνικής οικονομίας.
Μεταξύ άλλων, θα μπορούσε η ταχεία – αποτελεσματική αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας να συμβάλει καθοριστικά στον μετασχηματισμό του αναπτυξιακού υποδείγματος.
«Οι επιπτώσεις της πανδημίας στην αγορά εργασίας και στους εργαζομένους είναι σημαντικές. Οι άνευ προηγουμένου μειώσεις του χρόνου εργασίας, που έγιναν στο πλαίσιο των μέτρων κοινωνικής αποστασιοποίησης έχουν αυξήσει δραματικά την επισφάλεια πολλών θέσεων εργασίας. Ιδιαίτερη ανησυχία προκαλεί το γεγονός ότι όλα τα ευρήματά μας για ποιοτικά και ποσοτικά χαρακτηριστικά της αγοράς εργασίας στην Ελλάδα δείχνουν ότι αυτή απέχει σημαντικά από το να εξασφαλίσει ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης – απασχόλησης στους εργαζομένους.
Το δ’ τρίμηνο του 2020 υπήρξε μια παράλληλη μείωση της απασχόλησης και της ανεργίας, λόγω της αύξησης του αριθμού των ατόμων σε αναστολή εργασίας. Με την επαναφορά των μέτρων κοινωνικής αποστασιοποίησης ο αριθμός των οικονομικά μη ενεργών εκτινάχθηκε, με τη διαφορά σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2019 να υπερβαίνει τα 160 χιλιάδες άτομα. Τα ποσοστά ανεργίας – υποαπασχόλησης του εργατικού δυναμικού είναι από τα υψηλότερα στην Ευρωζώνη (ελαφρώς χαμηλότερα από τα αντίστοιχα της Ισπανίας) και η βελτίωση των οποίων αρχίζει να περιορίζεται ήδη από το β’ τρίμηνο του 2019», υπογραμμίζεται στην ίδια έκθεση.
Χαμηλό το ποσοστό απασχόλησης
Για το ποσοστό απασχόλησης τονίζεται πως είναι πολύ χαμηλό ως προς τον μέσο όρο της Ευρωζώνης αλλά και ως προς τους στόχους της Ατζέντας Βιώσιμης Ανάπτυξης του Ο.Η.Ε!
Οι εξελίξεις φαίνεται πως ήταν χειρότερες στην περίπτωση των γυναικών και των νέων.
Για την ουσιαστική αύξηση του όγκου της απασχόλησης και του ποσοστού απασχόλησης λέγεται ξεκάθαρα πως μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσω εκτεταμένων δημοσιονομικών παρεμβάσεων που θα δώσουν σημαντική ώθηση στην οικονομική δραστηριότητα, αφού ο επιχειρηματικός τομέας δε φαίνεται να μπορεί από μόνος το. να δημιουργήσει τις απαιτούμενες θέσεις εργασίας
Στην κατεύθυνση αυτή από το ΙΝ.Ε. της Γ.Σ.Ε.Ε. έχει προταθεί η θεσμοθέτηση του «εργοδότη ύστατης καταφυγής» , που θα επιφέρει πολύ σημαντικές θετικές μακροοικονομικές, αναπτυξιακές και κοινωνικές συνέπειες.
Τα στατιστικά στοιχεία
Τα στατιστικά στοιχεία της συγκεκριμένης ετήσιας έκθεσης δείχνουν πως:
♦Η Ελλάδα έχει τη χειρότερη επίδοση ως προς την ποιότητα της απασχόλησης στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το υψηλότερο ποσοστό υποβάθμισης της εργασίας σε σχέση με το 2010.
♦Ο δείκτης ποιότητας της απασχόλησης της Συνομοσπονδίας των Ευρωπαϊκών Εργατικών Συνδικάτων, εμφανίζει την Ελλάδα το 2019 στην τελευταία θέση ανάμεσα στα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
♦Η Ελλάδα ήταν το μόνο κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης που παρουσίασε τόσο μεγάλη πτώση στον Αναλυτικότερα, μεταξύ των ετών 2010 2019 μειώθηκε κατά 11,45%, δείκτη ποιότητας της απασχόλησης.
♦Ο ίδιος δείκτης στην Πορτογαλία μειώθηκε κατά 3,21% και στην Κύπρο κατά 1,96%., αλλά σε όλα τα υπόλοιπα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης σημείωσε βελτίωση.
Ο εβδομαδιαίος χρόνος εργασίας
«Ένας από τους βασικούς λόγους για τους οποίους η ποιότητα της απασχόλησης είναι τόσο χαμηλή στην Ελλάδα έχει να κάνει με τον εβδομαδιαίο χρόνο εργασίας. Η διάρκεια της τυπικής εβδομαδιαίας εργασίας είναι η υψηλότερη στην Ευρωπαϊκή Ένωση και η τρίτη υψηλότερη αν συνυπολογίσουμε την Τουρκία, το Μαυροβούνιο, τη Σερβία και τη Βόρεια Μακεδονία.
Παράλληλα, η Ελλάδα έχει το δεύτερο υψηλότερο ποσοστό απασχολουμένων που εργάζονται με παρατεταμένο ωράριο, δηλαδή από 49 ώρες κι άνω, μετά από την Τουρκία, και το υψηλότερο ποσοστό μισθωτών στην Ευρωπαϊκή Ένωση που εργάζονται το Σαββατοκύριακο.
Η διευρυμένη χρήση υπερεργασίας φέρνει την αγορά εργασίας της Ελλάδας πιο κοντά στο πρότυπο των βαλκανικών χωρών, αναδεικνύοντας το αναπτυξιακό χάσμα με τις χώρες της Ευρωζώνης», περιγράφεται στην έκθεση,
Επιπλέον, υπογραμμίζεται πως η Ελλάδα είναι το μόνο κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σστο οποίο ο μέσος μισθός μειώθηκε σε σχέση με το 2010, ενώ κατά τη διάρκεια της πανδημίας σημειώθηκε περαιτέρω επιδείνωσή του!
Επίσης, η Ελλάδα είναι το μόνο κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στο οποίο για το ίδιο διάστημα υπήρξε απώλεια της αγοραστικής δύναμης του μέσου μισθού και του κατώτατου μισθού.
Η αγοραστική δύναμη των μισθωτών
Για τις εξελίξεις αυτές εκτιμάται πως φέρνουν την αγοραστική δύναμη των μισθωτών κοντά στην αντίστοιχη των μισθωτών στα κράτη-μέλη της ανατολικής Ευρώπης, ενώ τονίζεται πως ο κατώτατος μισθός βρίσκεται κάτω από το όριο της απόλυτης φτώχειας!
«Ρόλο-κλειδί» στην ανάκαμψη της οικονομίας για το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα τονίζεται στην έκθεση του ΙΝ.Ε της Γ.Σ.Ε.Ε πως θα έχει η ενίσχυση του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών.
Το πιο σημαντικό δίδαγμα της πανδημικής κρίσης είναι ότι η ελληνική οικονομία βρίσκεται για μια ακόμη φορά αντιμέτωπη με τις χρόνιες διαρθρωτικές αδυναμίες της.
Η ισχυρή μείωση της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας
Η ισχυρή μείωση της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας (-8,1%) κατά την περίοδο της πανδημίας προέρχεται:
♦Από τον τομέα των υπηρεσιών (-9,4%) και ειδικότερα από τους κλάδους «τέχνες, διασκέδαση και ψυχαγωγία∙ άλλες δραστηριότητες – παροχής υπηρεσιών, δραστηριότητες νοικοκυριών ως εργοδοτών» (-25,4%)
♦Το «χονδρικό και λιανικό εμπόριο, μεταφορές, παροχή υπηρεσιών καταλύματος και εστίασης» (22,8%).
Ο αγροτικός κτηνοτροφικός τομέας και η βιομηχανία
Ο αγροτικός κτηνοτροφικός τομέας και η βιομηχανία εμφανίζουν μία σαφώς μεγαλύτερη ανθεκτικότητα απέναντι στις οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας περιορίζοντας τις απώλειες της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας κατά 0,3% και 3,9%, αντίστοιχα
Από τους κλάδους της βιομηχανίας τη μεγαλύτερη ανθεκτικότητα ως προς τον όγκο παραγωγής παρουσιάζει ο κλάδος «παραγωγή βασικών φαρμακευτικών προϊόντων και φαρμακευτικών σκευασμάτων» λόγω της ισχυρής ζήτησης που προκάλεσε η πανδημία για τα συναφή προϊόντα.
Αντιθέτως, τη χαμηλότερη ανθεκτικότητα παρουσίασε ο κλάδος της ένδυσης και υπόδησης.
Οι κατασκευές
Ο τομέας των κατασκευών εμφανίζει ισχυρή τάση ανάκαμψης μετά από τη μακροχρόνια κρίση της προηγούμενης δεκαετίας, γεγονός που αποτυπώνεται στη συνδυαστική αύξηση της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας (10,4%) και των πραγματικών επενδύσεων σε πάγια στοιχεία «κατοικιών και λοιπών κτιρίων και υποδομών» (10,7%).
Αύξηση κατά 4,9% εμφανίζουν οι πραγματικές επενδύσεις στον εξοπλισμό τεχνολογίας πληροφοριών και επικοινωνίας ως αποτέλεσμα των ψηφιακών αναγκών που προκάλεσε η τηλεργασία και το ηλεκτρονικό εμπόριο.
Χαρακτηριστικό είναι ότι η παραγωγικότητα της εργασίας παραμένει ιδιαίτερα χαμηλή και αντιστοιχεί στο 51,4% της παραγωγικότητας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στο 44,2% της Ευρωζώνης.
Τι πρέπει να γίνει
«Το μέγεθος της αναπτυξιακής πρόκλησης για τη χώρα μας είναι μεγάλο και πρέπει να αναληφθούν σημαντικές θεσμικές πρωτοβουλίες και παρεμβάσεις που θα υπερβαίνουν το σημερινό στενό πλαίσιο μέσων – στόχων και την ιδεοληπτική προκατάληψη στον σχεδιασμό της οικονομικής πολιτικής για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας μέσω της κερδοφορίας του επιχειρηματικού τομέα.
Η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας θα γίνει εφικτή μόνον., εφόσον επαναπροσδιοριστεί η ασκούμενη πολιτική βάσει των προτεραιοτήτων και των στόχων της οικονομικής, της κοινωνικής και της περιβαλλοντικής συνοχής και βιωσιμότητας», επισημαίνεται στην έκθεση.
©Typologos.com 2021