Όλα όσα πρέπει να ξέρεις για την καρδιακή ανεπάρκεια
Με τους Ιωάννη Γουδέβενο
Kαθηγητή Καρδιολογίας και Πρόεδρο της Ελληνικής Καρδιολογικής Εταιρείας (Ε.Κ.Ε.)
Χριστίνα Χρυσοχόου
Διευθύντρια Καρδιολογίας, σύμβουλο της Ε.Κ.Ε.
18:18:04,05/16/2020

Μάθε για την Καρδιακή Ανεπάρκεια από την Ελληνική Καρδιολογική Εταιρεία (Ε.Κ.Ε.)
Τι είναι η καρδιακή ανεπάρκεια και σε τι οφείλεται;
Καρδιακή ανεπάρκεια είναι η κατάσταση εκείνη που η καρδιά ως μυς αδυνατεί να ανταπεξέλθει στις ανάγκες του οργανισμού, δηλαδή να εξωθήσει το αίμα, το οποίο χρειάζονται τα υπόλοιπα όργανα για τη θρέψη και λειτουργία τους.
Επειδή,το αίμα και το οξυγόνο δε φτάνουν για να θρέψουν τους μυς και τα όργανα του σώματος, οι μύες κουράζονται και ο ασθενής με καρδιακή ανεπάρκεια εμφανίζει εύκολα κόπωση.
Παράλληλα, δεν επιστρέφει αρκετό αίμα στην καρδιά, επειδή η αδύναμη καρδιά δεν μπορεί να το τραβήξει πίσω. Το αίμα που δεν μπορεί να γυρίσει πίσω μαζεύεται στις φλέβες, αυξάνεται η πίεση μέσα σε αυτές, οπότε αρχίζουν να βγαίνουν υγρά στους γύρω ιστούς, κυρίως στα πόδια (οιδήματα- πρήξιμο) και την κοιλιά.
Στην πραγματικότητα τις περισσότερες φορές δεν αποτελεί νόσο μόνη της. αλλά είναι η τελική κατάληξη όλων των άλλων καρδιαγγειακών νοσημάτων, δηλαδή της παραμελημένης αρτηριακής υπέρτασης, της μη ελεγμένης χρόνιας αρρυθμίας, της στεφανιαίας νόσου, του σακχαρώδη διαβήτη, των παθήσεων των νεφρών, των πνευμόνων και του θυρεοειδούς αδένα. Φλεγμονές του καρδιακού μυός και κληρονομικά νοσήματα μπορεί σπανιότερα να οδηγήσουν – επίσης – στην εμφάνισή της.
Πώς γίνεται η διάγνωση της καρδιακής ανεπάρκειας;
Η διάγνωση της καρδιακής ανεπάρκειας γίνεται από τον ιατρό με το ιστορικό και τη φυσική εξέταση, και η επιβεβαίωση από παρακλινικές εξετάσεις, όπως είναι το ηλεκτροκαρδιογράφημα, το υπερηχοκαρδιογράφημα, η ακτινογραφία του θώρακα, η στεφανιογραφία, μαγνητική τομογραφία καρδιάς και οι ειδικότερες εξετάσεις αναπνευστικής λειτουργίας εφόσον κριθούν απαραίτητες.
O βιοχημικός και αιματολογικός έλεγχος μπορεί να αναδείξει παθογόνες καταστάσεις που συμβάλλουν στην εμφάνισης της καρδιακής ανεπάρκειας, ενώ η μέτρηση ειδικών πεπτιδίων στο αίμα βοηθά στον αποκλεισμό καρδιολογικής αιτιολογίας των συμπτωμάτων και σημείων.
Μπορεί να παρουσιαστεί σε νεότερους ενήλικες;
Η καρδιακή ανεπάρκεια ευτυχώς δεν είναι συχνή σε μικρές ηλικίες. Η μεγαλύτερη συχνότητα εμφάνισης της, είναι σε ηλικίες άνω των 65 ετών, καθώς η στεφανιαία νόσος που αποτελεί και την κύρια αιτία της, εκφράζεται σε μεγαλύτερες ηλικίες. Η συχνότητά της, είναι περίπου 1% στα άτομα ηλικίας κάτω των 65 ετών, και αυξάνει προοδευτικά στο 7% σε άτομα ηλικίας από 75 έως και 84 ετών και στο 15% σε άτομα ηλικίας άνω των 85 ετών.
Σε νεαρούς ενήλικες το κύριο αίτιο καρδιακής ανεπάρκειας είναι οι συγγενείς καρδιοπάθειες, που αποτελούν δομικές παθήσεις της καρδιάς από την γέννηση και οι μυοκαρδίτιδες, οι οποίες αποτελούν φλεγμονώδη προσβολή της καρδιάς από ιούς. Στην περίπτωση της μυοκαρδίτιδας δύναται η εμφάνιση καρδιακής ανεπάρκειας να συνοδεύει λιγότερο από το 1/3 των περιπτώσεων και σε μεγάλο ποσοστό είναι αναστρέψιμη.
Τα συμπτώματα είναι διαφορετικά στους άντρες και τις γυναίκες;
‘Οχι, τα συμπτώματα δεν διαφοροποιούνται μεταξύ των φύλων. Όμως, οι γυναίκες καθώς εκδηλώνουν καρδιαγγειακά νοσήματα και καρδιακή ανεπάρκεια σε μεγαλύτερη ηλικία από αυτή των ανδρών, εμφανίζουν και περισσότερες συν- νοσηρότητες, όπως είναι ο σακχαρώδης διαβήτης, η αρτηριακή υπέρταση, καθώς και η κολπική μαρμαρυγή.
Έτσι μπορεί να εκδηλώσουν πιο προχωρημένη μορφή καρδιακής ανεπάρκειας. Οι γυναίκες μεγαλύτερης ηλικίας – επίσης – εμφανίζουν συχνότερα από τους άνδρες σημεία και συμπτώματα δεξιάς καρδιακής ανεπάρκειας, όπως είναι τα οιδήματα των κάτω άκρων και οι πλευριτικές συλλογές.
Ποια είναι η βασική διαχείρισή της;
Η θεραπεία της, έγκειται στην θεραπεία της πρωταρχικής νόσου, κυρίως όταν η καρδιακή ανεπάρκεια είναι σε αρχικά στάδια, δηλαδή της αρτηριακής υπέρτασης, της παχυσαρκίας, της στεφανιαίας νόσου και της βαλβιδικής νόσου.
Ανάλογα με το στάδιο και τα συμπτώματα της καρδιακής ανεπάρκειας τροποποιείται η χορηγούμενη αγωγή, από τα βασικά φάρμακα που βελτιώνουν την καρδιακή λειτουργία, όπως είναι οι αναστολείς του άξονα ρενίνης-αγγειοτενσίνης-αλδοστερόνης, οι β’ αποκλειστές και νεότερα ανάλογα και τα διουρητικά για την ανακούφιση των συμπτωμάτων από την κατακράτηση υγρών, έως και την αντιμετώπιση του κινδύνου πρώιμου αρρυθμιολογικού θανάτου με τοποθέτηση ειδικού βηματοδότη-απινιδωτή και την μεταμόσχευση καρδιάς ή την τοποθέτηση συσκευών υποβοήθησης του έργου της καρδιάς στα προχωρημένα στάδια.
Η διατροφή, η ψυχολογική υποστήριξη και η συμμετοχή σε προγράμματα αποκατάστασης, τα οποία περιλαμβάνουν άσκηση και διαιτητική συμβουλευτική είναι απαραίτητη για τους ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια, αλλά και για τους οικείους τους.
Στόχος είναι η ενημέρωση των ασθενών, ώστε να γίνουν οι ίδιοι ικανοί να διαχειρίζονται τη νόσο τους, να προλαμβάνουν υποτροπές και να διατηρούν καλή ποιότητα ζωής στο χώρο τους. Ιδιαίτερα η διατροφή των ασθενών με καρδιακή ανεπάρκεια προκαλεί «πονοκέφαλο» στους θεράποντες, μια και οι ασθενείς ενδέχεται να εμφανίζουν πρόωρο αίσθημα κορεσμού και κατά συνέπεια μειωμένο αίσθημα πείνας, εξαιτίας αλλαγών στη γεύση, ενοχλημάτων ναυτίας, δύσπνοιας ή λόγω της ανορεκτικής δράσης διαφόρων βιολογικών παραγόντων που είναι ιδιαίτερα αυξημένοι στον οργανισμό τους, εξαιτίας της νόσου.
Επιπλέον, οι ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια λαμβάνουν μεγάλο αριθμό φαρμάκων, που από μόνη της, είναι μια κατάσταση, η οποία επηρεάζει τις διατροφικές συνήθειες τους. Ο περιορισμός του νατρίου (όχι περισσότερο από 2 γραμμάρια ημερησίως) και η πρόσληψη καλίου στη διατροφή (όταν δεν συνυπάρχει νεφρική ανεπάρκεια) αποτελούν ακρογωνιαίο λίθο στις διατροφικές συστάσεις ασθενών με καρδιακή ανεπάρκεια κι είναι από τις πιο συχνές, μη φαρμακολογικές προσεγγίσεις.
Μπορούμε να προλάβουμε την καρδιακή ανεπάρκεια;
Η πιο σημαντική θεραπεία είναι η πρόληψη. Στόχος της καρδιολογικής κλινικής πράξης είναι η εφαρμογή προγραμμάτων προληπτικής ιατρικής για την εκτίμηση, το σχεδιασμό και τη μείωση του καρδιαγγειακού κινδύνου.
Γνωρίζουμε πια ότι η αθηροσκλήρωση, αν ακολουθούνται κακές συνήθεις καθημερινού τρόπου ζωής ξεκινά από τη νεαρή ηλικία κι εξελίσσεται σιωπηρά για δεκαετίες.
Τα συμπτώματα συνήθως εμφανίζονται γύρω στην 5η με 6η δεκαετία της ζωής ή και νωρίτερα.
Η διατήρηση της υγείας της καρδιάς μας,είναι αναγκαία για να έχουμε καλή ποιότητα ζωής ανεξάρτητα από την ηλικία και το φύλο μας. Ο έλεγχος των βασικότερων παραγόντων καρδιαγγειακού κινδύνου, επιλέγοντας μια υγιεινή δίαιτα, αποφεύγοντας το κάπνισμα και ακολουθώντας φυσική άσκηση προλαμβάνει την εμφάνιση των καρδιακών και των αγγειακών εγκεφαλικών επεισοδίων, καθώς και βοηθά στην επιβράδυνση της γήρανσης της καρδιάς μας.
Ποια συμπτώματα πρέπει να με ανησυχήσουν για να ζητήσω ιατρική βοήθεια;
Τα κύρια συμπτώματα που θα πρέπει να αφυπνίσουν τον καθένα μας, είναι η δύσπνοια αρχικά στην έντονη προσπάθεια και στη συνέχεια στην καθημερινή δραστηριότητα, στην ηρεμία και στην κατάκλιση, η απότομη αύξηση σωματικού βάρους με εμφάνιση πρηξίματος στα πόδια, η εύκολη κόπωση ακόμα και σε συνήθεις δραστηριότητες, η εμφάνιση αρρυθμιών, επεισοδίων ζάλης και πόνου στο στήθος (στηθάγχης).
Όλα τα παραπάνω αποτελούν συμπτώματα και σημεία, που πρέπει να σας κινητοποιήσουν για την άμεση επικοινωνία με τον καρδιολόγο σας. Αν λαμβάνετε ειδική θεραπεία, όπως είναι η ογκολογική αγωγή, τότε σας έχουν δοθεί οδηγίες για τακτικότερη καρδιολογική παρακολούθηση, τις οποίες θα πρέπει να τηρείτε για την ασφαλή ολοκλήρωση της θεραπείας σας, και την αποφυγή μακροχρόνιων προβλημάτων.
Στις ημέρες μας, με την πανδημία της COVID-19, αποτελούν ευπαθή ομάδα, έχοντας καρδιακή ανεπάρκεια;
Οι ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια αποτελούν ομάδα υψηλού κινδύνου σε περίπτωση προσβολής από τον ιό. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η καρδιακή ανεπάρκεια προκαλεί ενεργοποίηση των νευροορμονικών ουσιών, που χρησιμοποιεί ως όχημα ο ιός στην προσβολή του οργανισμού μας.
Η χορηγείσα φαρμακευτική αγωγή δύναται να φέρει σε καλή ισορροπία την νευροορμονική αυτή διέγερση, εξασφαλίζοντας καλό λειτουργικό στάδιο και ποιότητα ζωής στους ασθενείς.
Γι’ αυτό με βάση τα μέχρι τώρα επιστημονικά δεδομένα δε συνιστάται διακοπή της αγωγής για την καρδιακή ανεπάρκεια, αλλά συστήνουμε στους ασθενείς να παρακολουθούν το σωματικό τβάρος ους, καθώς και συμπτώματα και σημεία απορρύθμισης της κατάστασης τους (όπως είναι η εμφάνιση δύσπνοιας, ευκολότερης κόπωσης, οιδημάτων και η δυσκολία κατάκλισης) ώστε να επικοινωνήσουν άμεσα με τον θεράποντα ιατρό τους.
Δεν πρέπει να διακόπτεται η αγωγή με αναστολείς του συστήματος ρενινής-αγγειοτενσίνης- αλδοστερόνης ή τα σύνθετα όπως είναι σακουμπιτρίλη-βαλσαρτάνη γιατί είναι τα μόνα φάρμακα, όπως και οι β-αποκλειστές, που αποδεδειγμένα μειώνουν τη θνητότητα των ασθενών αυτών.
Πού θα βρω περισσότερες πληροφορίες
Στην ιστοσελίδα της Ελληνικής Καρδιολογικής Εταιρείας «φιλοξενείται» η περιοχή για το κοινό απ’ όπου ανάμεσα σε άλλα δίδονται χρήσιμες πληροφορίες και για την καρδιακή ανεπάρκεια:
https://www.hcs.gr/astheneis-koino-c
©Typologos.com 2020