Τα φιλμ «Τρωάδες» και «Πάνω, Κάτω και Πλαγίως» θα προβάλει το Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης με αφορμή τη συμπλήρωση 92 χρόνων από τη γέννηση του μεγάλου σκηνοθέτη – την Τρίτη 11 Ιουνίου 2013
ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΤΗΣ ΓΝΩΣΗΣ
Τα ρεπορτάζ του www.typologos.com
Τα φιλμ «Τρωάδες» και «Πάνω, Κάτω και Πλαγίως» θα προβάλει το Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης με αφορμή τη συμπλήρωση 92 χρόνων από τη γέννηση του μεγάλου σκηνοθέτη – την Τρίτη 11 Ιουνίου 2013
Του Νίκου Μόσχοβου

Την Ματιά του Μιχάλη Κακογιάννη στην αρχαία ελληνική τραγωδία και στη σύγχρονη κωμωδία παρουσιάζει το ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης με δύο ταινίες
Τα φιλμ «Τρωάδες» στις 6 το απόγευμα και «Πάνω, Κάτω και Πλαγίως» στις 10 το βράδυ της Τρίτης 11 Ιουνίου του 2013 θα προβάλει το Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης με αφορμή τη συμπλήρωση 92 χρόνων από τη γέννηση του μεγάλου σκηνοθέτη . Η είσοδος στις δύο προβολές θα είναι ελεύθερη είσοδο για το κοινό
«Ένας πολιτισμός είναι μεγάλος μόνον όταν κάνει αυτοκριτική», έλεγε ο ίδιος ο Μιχάλης Κακογιάννης, τον οποίο είχα την τιμή να γνωρίσω κατά τη διάρκεια του παρελθόντος στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, όντας ανταποκριτής της «Απογευματινής» .
Αυτό που μπορώ να πω για τον αείμνηστο κινηματογραφιστή είναι ότι ήταν ένας πολύ οξύνους άνθρωπος, με ευγένεια ψυχής και πνεύματος, που είχε δεχθεί τότε να απαντήσει στις ερωτήσεις μου και να μου αποκαλύψει ψήγματα της φιλοσοφικής θεώρησής του.
Ως σκηνοθέτη τον θεωρώ μαζί με τους Θόδωρο Αγγελόπουλο, Ζυλ Ντασσέν και Νίκο Κούνδουρο ως τους δημιουργούς, που απογείωσαν το Ελληνικό σινεμά στα πέρατα της υφηλίου και ευτυχώς οι επίγονοι τους τα «πάνε καλά στο εξωτερικό».
Ο Μιχάλης Κακογιάννης ήταν βαθύς γνώστης του αρχαίου Ελληνικού Θεάτρου σαν τους Αλέξη Μινωτή, Κάρολο Κουν και Ιάνη Ξενάκη.
Άλλωστε, ο Ευριπίδης έγραψε τις «Τρωάδες» για έναν πολύ συγκεκριμένο λόγο, αφού αισθάνθηκε φρίκη από τη σφαγή που διέπραξαν οι Αθηναίοι στη Μήλο. Έτσι, χρησιμοποίησε ο μεγάλος τραγωδός τον πόλεμο της Τροίας, ώστε ν’ αφυπνίσει τους συγχρόνους του ενάντια στο μιλιταρισμό, στον πόλεμο και στην καταπίεση.
«Μετά από την πτώση της Τροίας, περιμένουν οι αιχμάλωτες Τρωαδίτισσες να επιβιβαστούν στα πλοία που θα τις μεταφέρουν στην Ελλάδα.
Ανάμεσά τους βρίσκεται η βασίλισσα Εκάβη που θρηνεί το χαμό των δικών της και της πόλης της και η χήρα του Έκτορα, Ανδρομάχη, η οποία ζει ένα ακόμη δράμα, καθώς οι νικητές δολοφονούν τον μικρό της γιο.
Κι ενώ ο Μενέλαος συναντά την άπιστη Ελένη, που υπήρξε η αφορμή αυτού του πολέμου, προφητεύει η μάντισσα Κασσάνδρα και τα δεινά που περιμένουν τους νικητές κατά την επιστροφή τους στην πατρίδα.
Το έργο ως τραγωδία διατηρεί την επικαιρότητά του, εάν και γράφτηκε το 415 π. Χ, αλλά και σαν φιλμ θεωρείται ήδη διαχρονικό παρόλο που προβλήθηκε για πρώτη φορά κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του `70 στο Φεστιβάλ των Καννών.
Ο Ευριπίδης αναγάγει ως ήρωες τους ηττημένους και καταγράφει τον επίμονο θρήνο τους.
Ο Κακογιάννης «παίζει» εδώ με την εναλλαγή ρόλων. Με το πώς μεταμορφώνονται οι θύτες σε θύματα, με το πώς οι κατέχοντες την εξουσία δίνουν τη θέση τους στους πρώην καταπιεσμένους σε μια συνεχή αλληλοδιείσδυση ταυτοτήτων και ανακατάταξη αξιών.
Πίσω από το φρικαλέο πεδίο καταστροφής που δημιούργησε ο Τρωικός πόλεμος, παρουσιάζεται η μεταμόρφωση των ευγενών γυναικών της Τροίας σε απλές θρηνοδούς.
Το έργο αναδεικνύει τις άλλοτε υπερήφανες και απρόσιτες Τρωάδες σε ικέτιδες. Οι ήρωες Έλληνες που κέρδισαν τον πόλεμο, κυριαρχημένοι από το πάθος της αντεκδίκησης , αλλά και από το αίσθημα της απόλαυσης μιας «βρώμικης» νίκης (για μια Ελένη…) περνούν σε μια ζωώδη κατάσταση, καθώς και φέρονται με βαρβαρότητα.
Ας δούμε τι έγραψε ο ίδιος ο Μιχάλης Κακογιάννης για το συγκεκριμένο φιλμ:
«Ο Ευριπίδης, ακόμη κι αν επρόκειτο να πληρώσει με εξορία το κουράγιο του, τόλμησε να βγάλει μια κραυγή εξέγερσης. Φτιάχνοντας αυτήν την ταινία, ήθελα να ταυτίσω τη δική μου κραυγή με τη δική του, επειδή και σήμερα πρέπει να αφυπνισθούν οι άνθρωποι…
Όταν ανέβασα τις «Τρωάδες» στην Αμερική, οι εφημερίδες έγραψαν ότι μέσα από την τραγωδία αυτή βλέπουμε τις σημερινές τραγωδίες, την τραγωδία της Χιροσίμα.
Όταν ανέβασα τις «Τρωάδες» στο Παρίσι, μίλησαν για την Αλγερία.
Όταν η Ανδρομάχη φωνάζει: «Έλληνες, έχετε βρει τρόπους να βασανίζετε που δεν είναι Ελληνικοί»… το μήνυμα δεν ξεφεύγει από κανένα σύγχρονο κοινό, αφού η λέξη «Έλληνας» αυτόματα μεταφράζεται στη συνείδησή του, ανάλογα με τις ενοχές του.
Το ανελέητο κατηγορώ (από τον Ευριπίδη) της ελληνικής βαρβαρότητας έχει σαν άμεσο αντίβαρο την ιδεαλιστική του εκτίμηση για το τι θα έπρεπε να αντιπροσωπεύει η Ελλάδα και, κυρίως, για το τι θα έπρεπε αυτή να αντιπροσωπεύει τη στιγμή που ανέβασε τις «Τρωάδες».
Αλλιώς θα έπρεπε να πνιγεί η φωνή του σε μια θύελλα εθνικιστικής αγανάκτησης ή, τουλάχιστον, θα είχε τιμωρηθεί εκ των υστέρων. Προφανώς, είχε ακόμα κάποιες ελπίδες…
Ο Ευριπίδης εξέφρασε τους φόβους του, εκθέτοντας τις σάπιες ρίζες της κοινωνικής ανισότητας, του ρατσισμού, της πολιτικής φιλοδοξίας, της πνευματικής αλαζονείας, του θρησκευτικού δογματισμού. Κι αν η φωνή του ηχούσε παράταιρα στα εφησυχασμένα αυτιά των κριτικών του, αναδρομικά δεν άργησε να θεωρηθεί ως προφητική.
Για μένα, το θέμα είναι να συνειδητοποιήσει κάθε Έλληνας τι έφερε το φασισμό και πώς λειτουργεί ο φασισμός σ’ αυτήν την ίδια τη ζωή … πάντα υπήρχε φασισμός ακόμα και στις απλές καθημερινές λειτουργίες. Υπάρχει φασισμός πολλές φορές στις σχέσεις των ανθρώπων. Αν δεν τον ξεριζώσουμε δεν θα πάμε μπροστά.
Ο μόνος τρόπος είναι η αυτοκριτική σε βάθος, όπως έκαναν οι αρχαίοι Έλληνες στα έργα τους, στις τραγωδίες. Να βαρέσουμε αλύπητα τον εαυτό μας, για την ακούσια συνεργασία μας σε ένα σωρό εγκλήματα. Γιατί η αδιαφορία καμιά φορά, η αδράνεια, είναι και αυτή έγκλημα. Κι από εκεί και πέρα θα βρούμε πολλά μέσα μας»!
Οι «Τρωάδες» διαρκούν 111 λεπτά και το σενάριο έγραψε ο Μιχάλης Κακογιάννης, η φωτογραφία είναι του Άλφιο Καντίνι, ενώ τα σκηνικά – κοστούμια εμπνεύστηκε ο Νικόλας Γεωργιάδης.
Ας θυμηθούμε ξανά ποιοι ενσάρκωσαν τους ρόλους σε αυτό το φιλμ, γιατί μόνο τα ονόματα μου φέρνουν ένα ανεπαίσθητο τρέμουλο από θαυμασμό: Κάθριν Χέμπορν, Βανέσα Ρέντγκρεϊβ, Ζενεβιέβ Μπιζώλντ, Ειρήνη Παπά, Πάτρικ Μαγκί και Μπράιαν Μπλεσντ . Η ταινία είναι στα Αγγλικά με Ελληνικούς υπότιτλους.
Αντίθετα, το «Πάνω Κάτω και Πλαγίως» αντικατοπτρίζει το απερίγραπτο μωσαϊκό της ζωής στη σύγχρονη Αθήνα.
Το «Πάνω Κάτω και Πλαγίως» είναι κωμωδία υποδόρια, η οποία κατά κάποιον τρόπο, που εμπεριέχει όλη τη φρίκη που ζούμε καθημερινά στο «κλεινόν άστυ»:
Από την αγωνία του να βρεις ταξί ως τις τρομοκρατικές ενέργειες. Δεν αφήνει τίποτα απ` όσα μας απασχολούν χωρίς να το σχολιάσει. Οι ανθρώπινες σχέσεις, οι εντάσεις και η έννοια της συμφιλίωσης βρίσκονται κάτω από τη συνεχή καταγραφή του φακού της κινηματογραφικής μηχανής, προβάλλοντας καταστάσεις οργιώδεις ή λυτρωτικές.
«Μια σειρά από εξωφρενικά γεγονότα που συμβαίνουν μέσα σε ένα εικοσιτετράωρο στη σύγχρονη Αθήνα και στα οποία συμμετέχουν λυρικές καλλιτέχνιδες, ναύτες, ταξιτζήδες και τραβεστί, η 17 Νοέμβρη και η… Μαρία Κάλλας, έχουν σαν αποτέλεσμα να φέρουν πιο κοντά μια μητέρα στον έφηβο γιoτης», εξιστορείται με το σενάριο.
Στο περιοδικό «Now» του Τορόντο του Καναδά έγραψε ο κριτικός, Byron Ayanoglu ένα «διαμαντάκι» για το φιλμ:
«Η συνδυασμένη επίθεση αυτού του υποψήφιου για Όσκαρ (για τον Ζορμπά, το 1964) σκηνοθέτη, και της επί μακρόν πρωταγωνίστριάς του, της πρώτης τραγωδού Ειρήνης Παπά, αποτελεί μια δύναμη που στην πατρίδα μου κανείς δεν της αντιστέκεται.
Αυτοί οι δύο είναι θεοί σε μια χώρα που λατρεύει τον Θέσπη. Όταν αυτοί μιλάνε, οι Έλληνες ακούνε.
Το έργο αναγκάζει τους έντιμους Έλληνες να κάνουν μια διπλή βουτιά στους ηθικούς τους εφιάλτες. Αυτό καθρεφτίζεται στους ίδιους τους πρωταγωνιστές, όταν αποκαλύπτεται η φάρσα και ανακαλύπτουν ο ένας τον άλλο.
Με τις αναφορές του σκηνοθέτη στην πανταχού παρούσα τραγωδία, ακόμη και μέσα στο πλαίσιο της Ελληνικής κωμωδίας, καθώς και με τα θαυμάσια πορτραίτα του, σκιαγραφεί την σημερινή φρενήρη και χαοτική πραγματικότητα».
Το «Πάνω Κάτω και Πλαγίως» διαρκεί 100 λεπτά και το σενάριο έγραψε πάλι ο Μιχάλης Κακογιάννης. Η φωτογραφία είναι του Ανδρέα Σινάνου.
Τη μουσική συνέθεσε ο Στέφανος Κορκολής, ενώ τραγουδούν οι Λεωνίδας Βελής, Χρήστος Δάντης σε στίχους του Μιχάλη Κακογιάννη.
Τα σκηνικά – κοστούμια σχεδίασε ο Γιάννης Μετζικώφ, τον ήχο επιμελήθηκε ο Μαρίνος Αθανασόπουλος. Το μοντάζ έκαναν οι Μιχάλης Κακογιάννης και Βασ. Συρόπουλος (εικόνα) Τ. Χατζής (ήχος)
Τους ρόλους ενσαρκώνουν οι: Ειρήνη Παπά, Στράτος Τζώρτζογλου, Πάνος Μιχαλόπουλος, Ελένη Γερασιμίδου, Γιώργος Παρτσαλάκης, Αντώνης Ζαχαράτος, Έλντα Πανοπούλου, Τζων Μοδινός, Τάκης Ζαχαράτος, Γιάννης Ζουγανέλης, Γιάννης Μπέζος, Χρήστος Ευθυμίου, Ακίνδυνος Γκίκας και Μαρία Κανελλοπούλου.
Το Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης βρίσκεται στην οδό Πειραιώς 206 στον Ταύρο στην Αθήνα. Τηλέφωνο με αριθμό κλήσης: 2103418550 και φαξ: 2103418570.
Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο : info@mcf.gr και ιστοσελίδα: www.mcf.gr.
©Typologos.com 2013