Το πρώιμο στρες μπορεί να ευαισθητοποιήσει τα μυαλά των κοριτσιών, τα οποία αργότερα μπορεί να εμφανίσουν άγχος!
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΑΠ’ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΣΤΟΝ TYPOLOGOS.COM
Το πρώιμο στρες μπορεί να ευαισθητοποιήσει τα μυαλά των κοριτσιών, τα οποία αργότερα μπορεί να εμφανίσουν άγχος!
Επιμέλεια: Νίκος Μόσχοβος, e-mail: nikmoshov@gmail.com
Τα υψηλά επίπεδα οικογενειακού στρες κατά τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας συνδέονται με τις διαφορές στην καθημερινή λειτουργία του εγκεφάλου και το άγχος που εμφανίζονται στα κορίτσια εφηβικής ηλικίας!
Αυτό προκύπτει από τα νέα αποτελέσματα μιας μακρόχρονης πληθυσμιακής μελέτης, που διεξάγουν οι επιστήμονες του Πανεπιστημίου του Wisconsin-Madison των ΗΠΑ.
Η μελέτη αναδεικνύει διάφορα στοιχεία για μια αναπτυξιακή πορεία μέσω της οποίας το πρόωρο άγχος της ζωής μπορεί να οδηγήσει σ’ αυτές τις αλλαγές!
Μάλιστα, βρέθηκε ότι τα μωρά που ζούσαν σε σπίτια με αγχωμένες μητέρες ήταν πιθανότερο να αναπτυχθούν σε παιδιά προσχολικής ηλικίας , που θα έχουν υψηλότερα επίπεδα της κορτιζόλης, μιας ορμόνης του στρες.
Επιπλέον, αυτά τα κορίτσια με τα υψηλότερα επίπεδα κορτιζόλης παρουσίασαν λιγότερο βαθμό επικοινωνίας μεταξύ των περιοχών του εγκεφάλου που συσχετίζονται με τη ρύθμιση του συναισθήματος κατά 14 χρόνια αργότερα.
Τελευταία διαπιστώθηκε πως τα τόσα υψηλά επίπεδα κορτιζόλης και οι διαφορές στην εγκεφαλική δραστηριότητα προέβλεψαν και τα υψηλότερα επίπεδα άγχους των κοριτσιών σε ηλικία 18 ετών.
Οι νέοι άνδρες, που συμμετείχαν στη μελέτη, δεν έδειξαν κανένα από αυτά τα στοιχεία!
«Θέλαμε να καταλάβουμε το πώς το πρώιμο στρες δημιουργεί πρότυπα και επιπτώσεις στην ανάπτυξη του εγκεφάλου, οι οποίες μπορούν να οδηγήσουν σε άγχος και κατάθλιψη», εξηγεί ο πρώτος συγγραφέας της Μελέτης, Δρ Cory Burghy από το Εργαστήριο Απεικόνισης του Εγκεφάλου και της Συμπεριφοράς Waisman.
« Τα Νεαρά κορίτσια, τα οποία ήταν παιδιά προσχολικής ηλικίας, είχαν αυξημένα επίπεδα της κορτιζόλης και «πήγαιναν» παρουσιάσουν χαμηλότερη συνδεσιμότητα του εγκεφάλου σε σημαντικές νευρικούς οδούς για τη ρύθμιση της συγκίνησης – Αυτό προβλέπει τα συμπτώματα του άγχους κατά τη διάρκεια της εφηβείας», επισημαίνει.
Για τον έλεγχο της κατάστασης αυτής έγινε ένα «σάρωμα» – σκανάρισμα, το οποίο σχεδίασε ο επίκουρος καθηγητής ψυχιατρικής της Σχολής Ιατρικής και Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου του Ουάσιγκτον, Δρ Ράσμους Μπέρν.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι ορισμένες έφηβες εμφανίζουν μειωμένες συνδέσεις μεταξύ της αμυγδαλής ή του κέντρου του εγκεφάλου και το μεσοκοιλιακού προμετωπιαίου φλοιού, περιοχές που είναι υπεύθυνες για τη συναισθηματική ρύθμιση!
Τα στοιχεία αυτά εμφάνιζαν όσες έφηβες είχαν μητέρες με υψηλά επίπεδα άγχους στην οικογένεια, όταν τα κορίτσια βρισκόταν στη νηπιακή ή βρεφική ηλικία!
Οι ειδικοί της ομάδας του Δρ. Μπερν χρησιμοποίησαν μια μέθοδο η οποία ονομάζεται λειτουργική συνδεσιμότητα της κατάστασης ηρεμίας (fcMRI). Πρόκειται για μια μέθοδο, η οποία εξετάζει τις συνδέσεις του εγκεφάλου, ενώ το μυαλό βρίσκεται σε κατάσταση ηρεμίας.
Η συγκεκριμένη μελέτη δημοσιεύτηκε σήμερα (11 Νοεμβρίου 2012) στο περιοδικό Nature Neuroscience.
«Η συγχώνευση της έρευνας πεδίου και της παρατήρησης στο σπίτι με τα τελευταία αποτελέσματα του εργαστηρίου είναι που κάνουν πραγματικά «μυθιστορηματική» αυτή τη μελέτη», παρατηρεί ο Δρ. Ρίτσαρντ Ντέιβιντσον, ο οποίος είναι καθηγητής ψυχολογίας- ψυχιατρικής και διευθυντής του εργαστηρίου, όπου ο δρ. Βurghy απασχολείται ως μεταδιδακτορικός ερευνητής.
«Η μελέτη αυτή θα ανοίξει το δρόμο για την καλύτερη κατανόηση του πώς αναπτύσσεται ο εγκέφαλος και θα μπορούσε να μας δώσει μία εικόνα για τους τρόπους που θα μπορούσαμε να παρέμβουμε, όταν τα παιδιά είναι μικρά», σημειώνει ο διευθυντής του εργαστηρίου.
Η παρούσα ερευνητική εργασία έχει τις ρίζες της πίσω στα έτη 1990 και το 1991, όταν έγινε μια άλλη μελέτη σε 570 παιδιά και τις οικογένειές τους, την αποκαλούμενη WSFW.
«Όλα τα παιδιά είχαν γεννηθεί στο Μάντισον ή στο Μιλγουόκι. Αρχικός στόχος της τότε έρευνας ήταν να μελετηθούν τα αποτελέσματα της άδειας μητρότητας, της ημερήσιας φροντίδας και άλλων παραγόντων σχετικά με το στρες της οικογένειας.
Στο πέρασμα του χρόνου καταλήξαμε σε σημαντικά συμπεράσματα σχετικά με τους κοινωνικούς ψυχολογικούς – βιολογικούς παράγοντες κινδύνου για τα παιδικά εφηβικά προβλήματα ψυχικής υγείας. Τα αντικείμενα της μελέτης έφτασαν τώρα στην ηλικία των 21 και 22 ετών. Πολλοί –ες εξ αυτών εξακολουθούν να συμμετέχουν στην έρευνα», εξιστορεί η καθηγήτρια ψυχιατρικής του Πανεπιστημίου της Ουάσιγκτον και συν-διευθύντρια της έρευνας WSFW, Δρ Μέριλιν Έσεξ.
Η τρέχουσα μελέτη των Burghy και Μπερν χρησιμοποιείται για να ανιχνεύσει τους εγκεφάλους 57 ατόμων (28 κορίτσια και 29 αγόρια). Στόχος των ερευνητών είναι να χαρτογραφήσουν τη δύναμη των συνδέσεων μεταξύ της αμυγδαλής ( μιας περιοχή του εγκεφάλου που είναι γνωστή για την ευαισθησία της στο αρνητικό συναίσθημα και στην απειλή) και στον προμετωπιαίο φλοιό, ο οποίος συνδέεται συχνά με την παροχή βοήθειας για την επεξεργασία και τη ρύθμιση του αρνητικού συναισθήματος.
Κατά τη διάρκεια της έρευνας έκαναν οι ερευνητές μια διασταύρωση με προηγούμενα αποτελέσματα άλλων μελετών. Έτσι, διαπίστωσαν πως όσα κορίτσια είχαν τις αδύναμες συνδέσεις, όπως ήταν βρέφη και ζούσαν σε σπίτια όπου οι μητέρες τους είχαν αναφερθεί με γενικά υψηλότερα επίπεδα του στρες.
Ένα στρες που θα μπορούσε να περιλαμβάνει τα συμπτώματα της κατάθλιψης, της απογοήτευσης στην ανατροφή των παιδιών, την οικογενειακή σύγκρουση, το αίσθημα συγκλονισμού του σε ρόλου τους ως γονέα ή και την οικονομική πίεση.
Τα συγκεκριμένα κορίτσια έδειξαν -επίσης – υψηλότερα επίπεδα της κορτιζόλης και το τέλος της ημέρας, το οποίο μετράται στο σάλιο. Για το σάλιο εκτιμάται ότι καταδεικνύει πιθανότατα το άγχος που αντιμετωπίζουν τα παιδιά κατά τη διάρκεια της ημέρας.
Κοντά στο χρόνο της σάρωσης αμφισβήτησαν οι ερευνητές τα σχετικά αποτελέσματα με τα συμπτώματα του άγχους των εφήβων, καθώς και τα σχετικά με το άγχος στην τρέχουσα ζωή τους.
Εντούτοις, ανακάλυψαν μια σύνδεση με το στρες στην παιδική ηλικία, παρά τα τρέχοντα επίπεδα του άγχους. Με βάση το αποτέλεσμα αυτό δύναται οι επιστήμονες να προτείνουν ότι τα υψηλότερα επίπεδα της κορτιζόλης στην παιδική ηλικία θα μπορούσαν να τροποποιηθούν κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης του εγκεφάλου του κοριτσιού, αφήνοντας έτσι μια ασθενέστερη σύνδεση μεταξύ του προμετωπιαίου φλοιού και της αμυγδαλής – μιας ένωσης που εξηγεί περίπου το 65% της διακύμανσης στα εφηβικά επίπεδα άγχους.
«Τα ευρήματά μας, θέτουν ερωτήματα σχετικά με το πώς τα αγόρια και τα κορίτσια διαφέρουν ως προς τον αντίκτυπο του πρώιμου στρες. Γνωρίζουμε ότι οι γυναίκες αναφέρουν υψηλότερα επίπεδα της διάθεσης και αγχώδεις διαταραχές. Αυτά με βάση τις διαφορές του φύλου είναι πολύ έντονα, ειδικά στην εφηβεία», αναφέρει ο Δρ. Ντέηβιντσον και σημειώνει:
«Η μελέτη γείρει σημαντικά ερωτήματα και μπορεί να αποτελέσει τον οδηγό σε κλινικές στρατηγικές πρόληψης από τις οποίες θα δύναται να επωφεληθούν όλα τα παιδιά».
Από την πλευρά της, η δρ. Έσεξ τονίζει πως οι επιστήμονες έχουν τώρα τα στοιχεία που δείχνουν ότι το πρώιμο άγχος και η κορτιζόλη επηρεάζουν την ανάπτυξη του εγκεφάλου. «Αυτό εγείρει σημαντικά ερωτήματα σχετικά με το τι μπορούμε να κάνουμε για την καλύτερη υποστήριξη των νέων γονέων και των οικογενειών».
Τα μέλη της ερευνητικής ομάδας είναι οι Ντάϊάν Στόμπολα, Άντριου Χεϊζ, Μισέλ Φοξ, Δρ. Παούλα Ρούτλ, Έριν Μολόϊ, Τζέφρι Άρμστρονγκ, Δρ.Τ ζόναθαν Ολέρ και Δρ. Κεν Καλίν. Το όλο εγχείρημα χρηματοδοτήθηκε από το Εθνικό Ινστιτούτο Ψυχικής Υγείας των ΗΠΑ, το Δίκτυο Έρευνας για την Ανάπτυξη και την ψυχοπαθολογία, καθώς και το Ίδρυμα του Τζον και της Κάθριν Μακ Άρθουρ.
Το έργο αυτό χρηματοδοτήθηκε επιχορηγήσεις P50-MH084051, R01-MH044340 και P50-MH052354 του NIH.
©Typologos.com 2012. Με στοιχεία από το Πανεπιστήμιο του Wisconsin-Madison των ΗΠΑ