Επιβάρυνση της δημόσιας υγείας σε μεγάλες πόλεις από τη χρήση στερεάς βιομάζας ως καύσιμη ύλη έδειξαν τα αποτελέσματα έρευνας του ΑΠΘ στη Θεσσαλονίκη!
ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΤΗΣ ΓΝΩΣΗΣ
Τα ρεπορτάζ του www.typologos.com
Επιβάρυνση της δημόσιας υγείας σε μεγάλες πόλεις από τη χρήση στερεάς βιομάζας ως καύσιμη ύλη έδειξαν τα αποτελέσματα έρευνας του ΑΠΘ στη Θεσσαλονίκη!
Toυ Νίκου Μόσχοβου, e–mail: nikmoshov@gmail.com
Επιβάρυνση της δημόσιας υγείας σε μεγάλες πόλεις από τη χρήση στερεάς βιομάζας ως καύσιμη ύλη έδειξαν τα αποτελέσματα έρευνας του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου στη Θεσσαλονίκη!
Μάλιστα, βρέθηκε πως ο κίνδυνος θνητότητας- νοσηρότητας (χρόνια βρογχίτιδα, καρδιαγγειακά και αναπνευστικά νοσήματα) που μπορεί να αποδοθεί σε ατμοσφαιρική ρύπανση εξαιτίας των αιωρούμενων σωματιδίων κατά τον περσινό χειμώνα ήταν 50% μεγαλύτερος σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2011-2012.
Η έρευνα πραγματοποιήθηκε από το εργαστήριο Περιβαλλοντικής Μηχανικής του Τμήματος Χημικών Μηχανικών του ΑΠΘ κι αφορούσε σε μια εκστρατεία δειγματοληψίας αιωρούμενων σωματιδίων αεροδυναμικής διαμέτρου των 10, 2.5 και 1 μm . Οι δειγματοληψίες έγιναν από τις αρχές Οκτωβρίου του 2012 μέχρι και τα μέσα Απριλίου του 2013 σε 2 σημεία στην πόλη της Θεσσαλονίκης.
Το πρώτο απ’ αυτά ήταν ένα σημείο στην κεντρική οδό Εγνατίας με έντονη κυκλοφοριακή ροή και συγκεντρώσεις σωματιδίων, οι οποίες καθορίζονται κυρίως από τις εκπομπές των οχημάτων.
Το δεύτερο σημείο βρίσκεται στο Επταπύργιο, όπου οι συγκεντρώσεις των σωματιδίων καθορίζονται από το αστικό υπόβαθρο και ουσιαστικά χαρακτηρίζουν το σύνολο των εκπομπών της πόλης της Θεσσαλονίκης.

Κίνδυνος καρκινογένεσης στον πληθυσμό από εισπνοή πολυαρωματικών υδρογανανθράκων σε αιωρούμενα σωματίδια για διαφορετικές ηλικιακές ομάδες
Για τη δειγματοληψία, τις ζυγίσεις των φίλτρων και τις χημικές αναλύσεις χρησιμοποιήθηκαν πιστοποιημένες μέθοδοι.
Με την πτώση της θερμοκρασίας, που ξεκίνησε στο δεύτερο δεκαήμερο του Νοέμβρη του 2012, παρατηρήθηκε μία άνοδος της συγκέντρωσης σωματιδίων στον κυκλοφοριακό σταθμό δειγματοληψίας της οδού Εγνατίας και σημειώθηκε ακόμη μεγαλύτερη άνοδος στον σταθμό υποβάθρου στο Επταπύργιο) σε ότι αφορά στα πιο λεπτόκοκκα σωματίδια (ΡΜ2.5).
Οι δειγματολήπτες στο Επταπύργιο δεν εκτίθονταν σε απευθείας εκπομπές οχημάτων, όπως συνέβαινε στους αντίστοιχους στην οδό Εγνατίας, με αποτέλεσμα ν’ αποδίδεται η ραγδαία αυτή αύξηση σωματιδίων στις οικιακές καύσεις λόγω της θέρμανσης.
Η μεγαλύτερη σχετικά αύξηση των ΡΜ2.5 φαίνεται ότι οφείλεται σε σημαντικό βαθμό στη χρήση βιομάζας (τζάκια, ξυλόσομπες κ.τ.λ).
Οι επιστήμονες παρατήρησαν τις μετρημένες τιμές συγκέντρωσης σωματιδίων στο Επταπύργιο, ως πιο χαρακτηριστικές για το αστικό περιβάλλον της πόλης και εξήγαγαν τα εξής συμπεράσματα:
- Κατά τη διάρκεια του Οκτωβρίου του 2012 κυμάνθηκαν οι τιμές σε επίπεδα κάτω από τα όρια ασφαλείας, που θέτει η Κοινοτική νομοθεσία για την ποιότητα του αέρα (40 μg/m3 για τα ΡΜ10 και 20 μg/m3 για τα ΡΜ2.5).
- Από τις 10-12 Νοεμβρίου του 2012 και αυξήθηκαν αλματωδώς οι συγκεντρώσεις αερολυμμάτων , οι οποίες έφθασαν στις μέσες τιμές των 60 μg/m3 για τα ΡΜ10 και τα 50 μg/m3 για τα ΡΜ2.5,. Επίσης, σημειώθηκαν μέγιστες τιμές της τάξης άνω των 180 μg/m3 για τα ΡΜ10 και των 130 μg/m3 για τα ΡΜ2.5.
- Οι μέσες συγκεντρώσεις από τα μέσα Νοεμβρίου μέχρι τα μέσα Δεκεμβρίου του 2012 ήταν κατά 50% μεγαλύτερες από το όριο ασφαλείας για τα ΡΜ10. Ήταν ακόμα επάνω από 100% μεγαλύτερες από το όριο για τα ΡΜ2.5!
- Η εικόνα αυτή συνεχίστηκε και τους ψυχρούς μήνες του 2013 (Ιανουάριο – Φεβρουάριο) και η εικόνα άρχισε προοδευτικά να αντιστρέφεται με την προοδευτική αύξηση της θερμοκρασίας.
Με βάση τις συγκεντρώσεις του πολυσακχαρίτη λεβογλυκοζάνη, που αποτελεί τον πλέον κατάλληλο δείκτη καύσης βιομάζας, προσδιορίστηκε η συμβολή της καύσης βιομάζας στις μετρούμενες συγκεντρώσεις.
Στον σταθμό αστικού υποβάθρου βρέθηκε ότι η μέση συμβολή της βιομάζας στα μετρούμενα σωματίδια ανήλθε κατά 36%. Αντίστοιχα, στον κυκλοφοριακό σταθμό καταγράφηκε άνοδο της μέσης συμβολής σε ποσοστό της τάξης του 16%.
Επιστημονικό ενδιαφέρον παρουσίασαν και τα αποτελέσματα που συσχετίζονται με τον προσδιορισμό των καρκινογόνων πολυαρωματικών υδρογονανθράκων.
Γι΄ αυτό το σκοπό ακολουθήθηκε η αναλυτική μεθοδολογία του CROME και η οποία λαμβάνει υπόψη:
- Τις συγκεντρώσεις (19 διαφορετικών) πολυαρωματικών υδρογονανθράκων που μετρήθηκαν στα αιωρούμενα σωματίδια της ατμόσφαιρας.
- Την κατανομή αυτών κατά το μήκος του αναπνευστικού συστήματος λαμβάνοντας υπόψη την αντίστοιχη εναπόθεση των σωματιδίων στα οποία ήταν προσροφημένα.
- Το δυναμικό καρκινογένεσης του εκάστοτε μείγματος πολύ-αρωματικών με μονάδα αναφοράς την τοξικότητα του βενζο[α]πυρενίου.
Λόγω των διαφορών στη φυσιολογία – ένταση της φυσικής δραστηριότητας μεταξύ των παιδιών και των ενηλίκων βρέθηκε ότι η εσωτερική δόση των πολυαρωματικών υδρογονανθράκων είναι αρκετά υψηλότερη στα παιδιά (κανονικοποιημένη ως προς το σωματικό βάρος)!
Σύμφωνα με τα επιστημονικά συμπεράσματα, ο εκτιμώμενος κίνδυνος καρκινογένεσης ανέρχεται για τα παιδιά σε πέντε στο εκατομμύριο, ενώ για τους ενήλικες είναι μόλις ένα στο εκατομμύριο!
Περισσότερα αποτελέσματα αναμένεται ν’ ανακοινωθούν με την πρόοδο των χημικών αναλύσεων μεγαλύτερου αριθμού δειγμάτων. Οι αναλύσεις αυτές βρίσκονται σε εξέλιξη.Οι επιστήμονες μέτρησαν και την ημερήσια διακύμανση των συγκεντρώσεων των σωματιδίων στην ατμόσφαιρα ή σε εσωτερικούς χώρους, αλλά και την προσωπική έκθεση.
Η ρύπανση φαίνεται ότι παρουσιάζει αύξηση κατά τις απογευματινές ώρες (17:00), όταν οι κάτοικοι επιστρέφουν στα σπίτια τους από την εργασία. Είναι η στιγμή, που πέφτει η θερμοκρασία και αυξάνονται οι ανάγκες για οικιακή θέρμανση.
Το γεγονός αυτό «οδηγεί» στο άναμμα τζακιών και των άλλων μονάδων θέρμανσης που χρησιμοποιούν βιομάζα.
Για την οικιακή θέρμανση εκτιμάται από τους επιστήμονες ότι συντελεί στην αύξηση των επιπέδων σωματιδίων στην ατμόσφαιρα ή στους εσωτερικούς χώρους και κατά συνέπεια στην προσωπική έκθεση.
Κατά τις βραδινές ώρες, συνεχίζουν να ανεβαίνουν οι συγκεντρώσεις, αλλά βρέθηκε ότι η πραγματική εισπνεύσιμη δόση σωματιδίων μειώνεται από τον πληθυσμό λόγω του χαμηλού ρυθμού της αναπνοής, που χαρακτηρίζει τη δραστηριότητα του ύπνου.
«Το τελευταίο εύρημα είναι ιδιαίτερα σημαντικό από την πλευρά των συσχετίσεων περιβαλλοντικών πιέσεων και των επιπτώσεων στην υγεία, αφού δείχνει ότι τα μέγιστα επίπεδα ρύπανσης δεν συνάδουν πάντα με τις μέγιστες τιμές της πραγματικής έκθεσης του πληθυσμού σε τοξικούς ρύπους», εκτιμούν οι επιστήμονες του εργαστηρίου Περιβαλλοντικής Μηχανικής του Τμήματος Χημικών Μηχανικών του ΑΠΘ.
©Typologos.com 2013.