Ανάλυση και Κριτική του δόγματος Νταβούτογλου 3 (το στρατηγικό βάθος της Τουρκίας)
Ανάλυση και Κριτική του δόγματος Νταβούτογλου 3 (το στρατηγικό βάθος της Τουρκίας)
του Σωτήρη Γλυκοφρύδη, e- mail: sotglyk@otenet.gr
ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ : Η ΠΡΑΚΤΙΚΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ
Εξετάζοντας πρακτικά τα πλαίσια των προοπτικών της Τουρκίας, τη θεωρεί καταρχάς παραμελημένη από τον τρόπο που της συμπεριφέρονται οι μεγάλες δυνάμεις και δη οι Ευρωπαϊκές στην επεκτατική πολιτική τους.
Κατακρίνει τις στρατιωτικές επεμβάσεις της Αμερικής, με ή άνευ τον μανδύα του ΝΑΤΟ. Για την κρίση του Κόσσοβου θεωρεί ότι οι μεγάλοι οικονομικοί οργανισμοί, όπως είναι το ΔΝΤ, η Παγκόσμια Τράπεζα κ.λπ., προωθούν τα συμφέροντα τους μέσω του ΝΑΤΟ, ΟΗΕ, κ.λπ. πολιτικών οργανισμών (αλληλεξάρτηση πολιτικών – οικονομικών οργανισμών) ειδικά στα πεδία του γεωπολιτικού κενού (εδώ αποκτά ιδιαίτερη σημασία η συμφωνία της Ελλάδος με τη Ρωσία για το φυσικό αέριο, το veto για είσοδο της ΦΥΡΟΜ στο ΝΑΤΟ και ότι επακολούθησε).
Η Τουρκία, αναγκασμένη να παίζει εκ των πραγμάτων διπλό και δύσκολο ρόλο, πότε ως χώρα με τις ανάγκες της και πότε ως όχημα του ΝΑΤΟ, πρέπει να έχει και τον ανάλογο λόγο στη χάραξη της Ευρωπαϊκής πολιτικής, και όχι να αντιμετωπίζεται σαν δευτεροκλασάτος εταίρος προορισμένος μόνο για τα συμφέροντα της Ευρώπης και του ΝΑΤΟ (σελ.363).
Παρότι η Τουρκία είναι μεγάλη χώρα και μέλος της Δυτικής συμμαχίας, δείχνει να υπολογίζει σοβαρά τον Ελληνο-Βουλγαρικό άξονα με πιθανή τη συνδρομή της Ρωσίας (Σλαβο-Ορθόδοξος άξονας).
Θεωρεί πολιτικό σφάλμα την στάση που κράτησε η χώρα του για την επανένταξη της Ελλάδος στο στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ. Εν κατακλείδι, προσδοκά τον αναμενόμενο ηγετικό ρόλο της Τουρκίας σύμφωνα με αυτά που προσφέρει στη Δυτική συμμαχία, αναμένοντας τουλάχιστον τη διοίκηση της Ανατολικής πτέρυγας του ΝΑΤΟ.
Παραταύτα, αν και θεωρεί τις σχέσεις Ρωσίας – Τουρκίας ως ιδιαίτερα ευαίσθητες, της τείνει κλάδο ελαίας – απεμπλοκή από το παρελθόν – και βούληση συνεργασίας.
Θεωρεί ότι ο ΟΑΣΕ (Οργανισμός Ασφαλείας και Συνεργασίας της Ευρώπης) πρέπει να ισχυροποιηθεί και ν’ αναθεωρηθεί στην ιδεολογία του, σε μια ρεαλιστική πολιτική για την ειρήνη. με αναβαθμισμένο το ρόλο της Ρωσίας Ο Οργανισμός της Ισλαμικής Διάσκεψης πρέπει –επίσης- να αναβαθμιστεί αποτελώντας ισχυρό μέσον πολιτικής του Ισλάμ, με ηγετικό το ρόλο της Τουρκίας, κατά τα πρότυπα της Χρυσής Ορδής [28] (σελ.383).
Ο Μουσουλμανικός κόσμος πρέπει να μπει πλέον στον 21ο αιώνα, λέει κατόπιν, κάνοντας μια πολιτιστική επίθεση στις ΗΠΑ, Ρωσία κι Ευρώπη, θεωρώντας ότι η χώρα του έχει ήδη εισέλθει στη νέο-ισλαμική εποχή[29]. Χρησιμοποιεί τον Fukuyama με το Τέλος της Ιστορίας (του Δυτικού καπιταλισμού) ως στήριγμα για το ότι πράγματι ο Δυτικός πολιτισμός έφτασε στην έκπτυξή του και μοναδική διέξοδος γι’ αυτόν είναι το μπόλιασμά του με τον Ισλαμισμό, λέγοντας παράλληλα ότι όλες οι μουσουλμανικές χώρες δεν είναι ίδιες.
Αναφέρει την Τουρκία ως λίκνο του πολιτισμού, όπως και την Ινδία. (σελ. 391), με το Δυτικό κόσμο να έχει αναπτυχθεί στην περιφέρειά τους. Η σχέση Τουρκίας – Ισραήλ αποτελεί τροχοπέδη για την επέκταση της ταυτότητάς της, όπως και η στάση της στο Κυπριακό το 1975 (καταδικαστικές αποφάσεις και εμπάργκο).
Για την απόκτηση του προφίλ της θεωρεί πως η χώρα του αφού πρώτα παραδειγματιστεί από τα λάθη της, πρέπει να επαναπροσδιορίσει τη στάση της προς τις απαραίτητες θετικές ενέργειες, ώστε να καταλάβει τις ανάλογες ηγετικές θέσεις της στα μουσουλμανικά κινήματα, οργανισμούς και φόρουμ.
Η διάρθρωση των καλών σχέσεων Τουρκίας – Ιράν – Πακιστάν είναι απαραίτητη. Οι Τουρκο-Ιρανικές σχέσεις πάνε καλά, οι Τουρκο-Πακιστανικές οι οποίες κατέληξαν εγκάρδιες σε σημείο που απεμπόλησαν τον αρχικό σκοπό τους, ενώ θετικά εξελίσσονται και οι σχέσεις με την Ινδία.
Ο στόχος της Τουρκίας για την είσοδό της στους G-20 προκύπτει κατά βάση πολιτικός, διότι θα διαθέτει η χώρα τη δυνατότητα να συνομιλεί με τους ισχυρούς του κόσμου έχοντας άλλη βαρύτητα στους διεθνείς οργανισμούς (καθόσον έχει λεχθεί ότι σχετίζονται με τα οικονομικά συμφέροντα) και γενικότερα στην πολιτική της (σελ.431).
Θεωρεί τη συμμετοχή της στους G-20 και αργότερα στους G-8 ως η μόνη (μουσουλμανική) χώρα εκπροσώπησης της Κεντρο-Δυτικής Ασίας που θα παίξει ηγετικό ρόλο στη άρση της λεγόμενης Σύγκρουσης των Πολιτισμών, μετέχοντας ενεργά σε μια μεταστροφή του καπιταλισμού προς μια πιο ανθρώπινη παγκοσμιοποίηση (σελ.436), υπό το πνεύμα της σύγκλισης των θρησκειών, των οικονομικο-πολιτικών διαφορών και της καταπολέμησης της πείνας των φτωχών λαών.
Μετά τη στροφή του καπιταλισμού «ala Tourka», ο Νταβούτογλου επεκτείνεται σε μιαν ανάλυση του Γιουγκοσλαβικού ζητήματος 46 σελίδων (433-479), ενδιαφερόμενος ιδιαίτερα για την τύχη της Βοσνίας και του Κόσσοβου.
Θεωρώντας τη Βοσνία προχωρημένο πολιτιστικό φυλάκιο της χώρας του και την Αλβανία βαρόμετρο για την ασφάλειά της, συνιστά την πολιτική της περιχαράκωσης των περιοχών αυτών (σελ.483), τιθέμενος αλληλέγγυος με την πολιτική της Αμερικής και όχι του ΝΑΤΟ και πολύ περισσότερο της Γερμανίας, η οποία δημιούργησε την κρίση στη Βαλκανική.
Προάγοντας η Τουρκία τα συμφέροντα της Αμερικής στο Κόσσοβο αποκόπτει την εξάπλωση της Γερμανίας κι επιβάλλεται στη πολιτική σκηνή ασκώντας παράλληλα τα συμφέροντά της.
Για τη Μέση Ανατολή, ενδιαφέρον παρουσιάζει η εισαγωγή του ότι εφαρμόζεται στους επιτελικούς κύκλους της Τουρκίας η άσκηση της αλλαγής συνόρων με βάση την κουλτούρα των λαών. Τα σύνορα στην περιοχή αυτή τα θεωρεί ασταθή – σαθρά, τοίχους μισογκρεμισμένους που μπορούν να συντεθούν με άλλα υλικά, αλλά και σε άλλη θέση. Προβαίνει σε μια ιστορικο-πολιτική και θρησκειολογική τοποθέτηση της χώρας του στην περιοχή αυτή της γέννησης των 3 μεγάλων θρησκειών, με ιδιαίτερη μνεία στα Ιεροσόλυμα.
Η αποχώρησή της από εκεί επέφερε αστάθεια. Σημαντικός παράγων, όμως, προκύπτει το πετρέλαιο και η σχέση νερό-πετρέλαιο- νερό. Τουρκία – Αίγυπτο – Ιράν τις θεωρεί ως τις διαχειρίστριες χώρες αυτού του γεωπολιτικού τριγώνου (σελ. 531) ενώ σημαντικό ρόλο θα παίξει και η συμπεριφορά της Ιορδανίας.
Όπως είναι αναμενόμενο, τίθεται κατά του Αραβικού εθνικισμού και της Αραβικής ενότητας, καθόσον θα καταστεί τροχοπέδη του στρατηγικού βάθους της Τουρκίας. Τη συνεργασία της χώρας του με το Ισραήλ, καθώς και τη συμπεριφορά της στην επέκταση του Σαντάμ Χουσεΐν στον Περσικό τις θεωρεί αξιομνημόνευτα επιτυχείς ενέργειες, αλλά άνευ αντικρίσματος για την πατρίδα του.
Όσον αφορά στο Ισραήλ, χρησιμοποιώντας τους Koestler [30], Spinoza[31], Marx[32] και Freud[33] του αποδίδει τον χαρακτηρισμό «Νεύρωση ύπαρξης», ένα ιδιαίτερο ψυχοπαθολογικό φαινόμενο δημιουργίας και διατήρησης κρατικού μορφώματος (σελ.561), κάνοντας ιστορική αναδρομή του Σιωνισμού.
Ο τρόπος, όπως χειρίζεται το θέμα θα μπορούσε να ονομαστεί «πολιτική του ψόγου και του χαδιού». Το γεγονός ότι για την εδραίωση των χαρακτηρισμών του χρησιμοποιεί Εβραίους στην καταγωγή, πληρώνοντας το Ισραήλ με ντόπιο από τη μια όψη νόμισμα, αντανακλά τις θέσεις του για το κράτος αυτό, σε σημείο όμως που δεν λαμβάνει υπόψη του τις ρήσεις του Μαρξ (η θρησκεία είναι το όπιο των λαών) και του Φρόιντ (η θρησκεία είναι νεύρωση), οι οποίες αντανακλούν και στο δικό του πρόσωπο (εκτός εάν, όπως είπαμε, χρησιμοποιεί τη θρησκεία ως μέσον).
Αναλύοντας το Παλαιστινιακό πρόβλημα, θεωρεί ότι η επίλυσή του πρέπει να περνάει δια μέσω της Τουρκίας λόγω της θέσης που κατείχε στην περιοχή και των αρχείων που βρίσκονται στα χέρια της από την εποχή της οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Όμως, η διπλωματική επιτυχία της Τουρκίας, αναφέρει, δεν θα προκύψει από τις σχέσεις της με τις μουσουλμανικές χώρες και τις οικονομικά αναδυόμενες όπως την Κίνα, αλλά από την Ελλάδα, τη Συρία, το Ιράν, τις ΗΠΑ και τη Γερμανία (σελ.604).
Η οικονομική συνεργασία Τουρκίας – Συρίας θα συντείνει στον περιορισμό της Συρίας στη φυσική της θέση, εννοώντας ότι η χώρα του ως οικονομικά ισχυρότερη θα την ποδηγετήσει, ορίζοντας την οικονομική πολιτική ως στρατηγική πολιτική.
Η ουδετερότητα της Τουρκίας στον πόλεμο Ιράν – Ιράκ επέφερε στη Δύση οφέλη, συνεχίζει, αλλά τι μας απέφερε, αναρωτιέται, υπονοώντας ότι όταν τσακώνονται δυο κράτη – άνθρωποι – μορφώματα, σημασία δεν έχει ποιος έχει δίκαιο, αλλά τι μπορεί ένας τρίτος μεσολαβών ν’ αποκομίσει από τη συμπεριφορά του, ανάγοντας τη μεσολαβητική προσπάθεια ως την Αρχή της ωφελιμότητας του εμπλεκόμενου τρίτου (σελ.607).
Προσπαθώντας να μεταστρέψει τη γνώμη που έχουν οι Άραβες για το σκοτάδι που επήλθε στην ιστορία τους με την κατοχή των Οθωμανών, τους αντιπαραθέτει τη Σκιά της Ασπίδας, ότι δηλαδή το χάσιμο της ιστορίας τους υπήρξε το παράγωγο της προστασίας που τους προσέφεραν έναντι της επιβουλής των Δυτικών (σελ.610-611).
Δικαιολογούμενος με τέχνη, δείχνει παραταύτα ότι φοβάται την ανάδυση των Αραβικών εθνικιστικών ρευμάτων ακόμα και εντός της Τουρκίας (σελ.621). Η Τουρκία είναι ανίσχυρη να αντιμετωπίσει το ενωμένο Έλληνο – Αρμενο – Αραβικό λόμπυ, ομολογεί, ενώ τη σχέση Τουρκίας – Ιράν (που ενδιαφέρει το Ισραήλ), την παρομοιάζει με τη σχέση Γερμανίας – Γαλλίας.
Κατόπιν, επεκτείνεται στο «Κουρδικό ζήτημα», που το βάζει σε εισαγωγικά για να το υποβαθμίσει, υποστηρίζοντας αυτό ότι προκύπτει από την ευρύτερη σκοπιμότητα των σχέσεων των εμπλεκόμενων χωρών, αλλά και των ξένων δυνάμεων που το προωθούν.
Κυρίως, όμως, εκ της ευθύνης του Ιράκ θεωρεί πως πηγάζει το «Κουρδικό ζήτημα». Εδώ, όμως, φαίνονται και οι αδυναμίες του. Στην ανάπτυξη του θέματος φιλολογεί περισσότερο παρά ουσιαστικολογεί χρησιμοποιώντας τη γνωστή παρεκτροπή των εννοιών κατά το συμφέρον πλαίσιο, αναδεύοντας τις ταυτότητες λαών στο κοινό Οθωμανικό καζάνι.
Για παράδειγμα, βάζει τα Τουρκομανικά στοιχεία σε σύζευξη με τα Κουρδικά, παρά το γεγονός ότι οι Κούρδοι θεωρούνται αυτόχθονες[34] και οι Τουρκομάνοι ήλθαν τον 11ο αιώνα [35]. Προς το παρόν δεν είναι γνωστή η διαδικασία σύλληψης του Οτζαλάν, γράφει, θεωρώντας συντελεστή –όμως- τους Αμερικανούς για να εξευμενίσουν την Τουρκία στην πολιτική τους. Ευρώπη και Ελλάδα έδωσαν στην περίπτωση αυτή ανεπιτυχείς εξετάσεις, γράφει δηκτικά (σελ.667).
Στη συνέχεια, διαμαρτύρεται διότι οι πτήσεις των αμερικανικών αεροπλάνων από τη βάση του Ινζιρλίκ κατευθύνονται αλλού (προς τις πετρελαιοφόρες περιοχές του Ιράκ) από εκεί που λένε ότι πάνε, παρά τις προειδοποιήσεις της Τουρκίας (σελ.669).
Κατόπιν φιλολογεί για το «ανήκειν», τι και ποιού, καθώς και τη σχέση των Κούρδων με το Τουρκικό έθνος, οι οποίοι παλαιότερα αποτελούσαν τη σπονδυλική στήλη της στήριξής του σε δύσκολες στιγμές της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, ενάντια στους Αρμένιους, τους Έλληνες και τους λοιπούς Δυτικούς πού ήθελαν να την διαμελίσουν.
Όμως, όπως χειρίζεται το θέμα προκύπτει ότι οι Κούρδοι σήμερα αποτελούν το δηλητηριώδες αγκάθι για τη συνοχή της Τουρκίας και ανασταλτικό παράγοντα του στρατηγικού βάθους της.
Σε γενικές γραμμές, το μόνο που δείχνει να συνηγορεί σήμερα για την συνύπαρξη μαζί τους, είναι ο εθνικιστικός ισλαμισμός, πέραν αυτού αποδεικνύεται αδύναμος να επιδείξει κάτι άλλο. Η οικονομική άνοδος και η βελτίωση του βιοτικού επιπέδου αποδεικνύεται ότι απωθούν λαούς που δεν έχουν κοινές ρίζες.
Προχωρώντας στη Τουρανική φυλή, προκύπτει ότι θεωρεί και την Κωνσταντινούπολη Τουρανικό δημιούργημα. Κατά λέξη γράφει: οι αλληλεπιδράσεις μεταξύ των εγκατεστημένων πολιτισμικών κληρονομιών των παραπάνω πεδίων κυριαρχίας και το διοικητικό ανθρώπινο δυναμικό καταγόμενο από την Κεντρική Ασία είχαν ως αποτέλεσμα την εμφάνιση πόλεων με άξονα πολιτισμικό, όπως η Ειστανμπούλ, η Σαμαρκάνδη, το Δελχί κ.λπ. (σελ.686).
Κοινώς, χωρίς Τουρανούς αφέντες δεν θα υπήρχε πολιτισμός. Και αμέσως πιο κάτω προάγει τον Τουρκικό παράγοντα ως τον προστάτη της Τουρανο-Αλταϊκής φυλής, κύριο υπεύθυνο της εκδίωξης των Ρώσων, Άγγλων – Γάλλων και λοιπών Δυτικών εισβολέων, λέγοντας με τον τρόπο του στους Ασιατικούς λαούς «ελάτε στη μαμά Τουρκία, αν δεν ενωθείτε υπό την αιγίδα μας είσαστε χαμένοι» (σελ. 687).
Και το λέει αυτό ακόμα και στο Ισραήλ, αγγίζοντας με τρόπο τους συγγενείς φυλετικούς δεσμούς που έχουν (βλ. Κaestler). Το θέμα είναι τι εννοεί ο Νταβούτογλου με τη λέξη Τουρανοί. Προκύπτει ότι Τουρανούς θεωρεί τουλάχιστον όσους ο Ηρόδοτος έγραφε Υπερβόρειους, από τον Δούναβη και πάνω (Ευρωπαίοι Σκύθες) ως τους Κάσπιους Σαυρομάτες (Ασιάτες Σκύθες) και πέρα.
Αν κάποιος υπολογίσει το πέρασμα του Κάιμπερ Πας και τα Αλταϊκά όρη, τη θεωρούμενη κοιτίδα του Τουράν καταλήγει ότι Τουρανική περιοχή ο Νταβούτογλου θεωρεί πάνω από τη μισή Ευρασία[36].
Καζακστάν, Τουρκμενιστάν, Ουζμπεκιστάν, Κιργιστάν, Τατζικιστάν, Αζερμπαϊτζάν, είναι Τουρανικές περιοχές με πρώτες ύλες απαραίτητες στο διεθνές οικονομικό σύστημα, εννοώντας εμμέσως πλην σαφώς ότι αν δεν ενωθείτε μαζί μας οι κακοί Δυτικοί που σας εκμεταλλεύονται θα σας κάνουν αποικίες (σελ. 694).
Στρέφεται κατόπιν κατά της ΕΕ προσπαθώντας να τραβήξει τη Γερμανία στον επερχόμενο Τουρκο-Τουρανικό συνασπισμό και τις προοπτικές του ως την οικονομικώς συμφέρουσα λύση και διέξοδο σε έναν υποτιθέμενο Άγγλο -Γαλλικό συνασπισμό (σελ.708-11). Μετά στρέφεται προς την προσέλκυση της Κίνας (σελ.711-713) και της Ιαπωνίας (σελ.713-714).
Ο ευρύτερος Τουρκικο-Τουρανικός ορίζοντας με τη συμμετοχή της Ρωσίας – Πακιστάν – Ινδίας – Κίνας και των μικρότερων αναπτυσσόμενων χωρών (Κορέα, Ινδονησία, Μαλαισία, Σιγκαπούρη) μπορεί να επηρεάσει το παγκόσμιο γίγνεσθαι.
Οι κοντινές προς την Τουρκία περιοχές (Αφγανιστάν, Τατζικιστάν, Κασμίρ, κ.λπ.) όπως και το Ιράν θα είναι το Τουρκο -Τουρανικό τόξο για τις αλλαγές που θα επέλθουν στην Ασία, στις οποίες και το Ισραήλ μπορεί να συμμετάσχει. Κατά τον τρόπο αυτό θα έλθουν ευεργετήματα, αρκεί να κρατηθούν οι ενδοπεριφερειακές ισορροπίες και να αρθεί ο γεωπολιτικός κατακερματισμός.
Εν συνεχεία προβαίνει σε μια ανάλυση αρκετών σελίδων για την πολιτική που πρέπει να εφαρμοστεί, ώστε τα λόγια του αυτά να γίνουν πράξεις, στηριζόμενη σε αναλύσεις που πιάνουν το σφυγμό των λαών των περιοχών αυτών για τις αλλαγές που επιθυμούν να γίνουν (σελ.744).
Κλείνοντας και κάνοντας ένα κύκλο, επανέρχεται στην ΕΕ, όπου πρέπει να αρθεί από τη μεριά της η αντίληψη της «Χριστιανικής λέσχης» και από τη μεριά της Τουρκίας ο διχασμός της, προβαίνοντας σε μια εξιστόρηση της ενταξιακής πορείας της.
Μεταξύ άλλων αναφέρεται στις γκρίζες περιοχές (ζώνες) που δημιουργήθηκαν από την προσπάθεια των μεγάλων δυνάμεων να διαμελίσουν τα εδάφη της Οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Δείχνει να ανησυχεί για την αλλαγή της ισορροπίας των δυνάμεων στη Βαλκανική που επήλθε μετά το διαμελισμό της Γιουγκοσλαβίας θεωρώντας υπαίτιους τη Γερμανία από τη μια, και τη Γαλλία – Αγγλία από την άλλη.
Στην ουσία, λέει, όλοι πήραν το κομμάτι τους κι εμάς από την κληρονομιά μας ανήκει κάτι (Αλβανία- Βοσνία κι εν μέρει η Φύρομ). Η Τουρκία διάλεξε να συνεργαστεί με τις ΗΠΑ για την σταθερότητα και κάτι ανάλογο συμβαίνει και στον Καύκασο μεταξύ Τουρκίας και Ευρώπης, λέει, δείχνοντας παράλληλα διάθεση συνεργασίας.
Πέραν του «πρώην συνεταιρισμού στα πεπρωμένα», όπως αποκαλεί την παλαιά συνεργασία Γερμανίας και Τουρκίας (σελ.780), η Τουρκία τώρα αντιβαίνει στην Γερμανική πολιτική, τιθέμενη αλληλέγγυος με τις ΗΠΑ, παραπέμποντας στο ότι είναι περισσότερο ειρηνιστής από πολλούς Ευρωπαίους.
Η διάσταση της Ευρώπης με τις ΗΠΑ άρχισε από την εποχή της συνεργασίας της Γερμανίας με το Ιράκ και τη συνεργασία Αγγλίας και Γαλλίας με το Ιράν και τη Συρία. Η Τουρκία ταγμένη με το Ισραήλ και τις ΗΠΑ έμενε αμέτοχος, ήλθε –όμως- ώρα να δραστηριοποιηθεί με πρωτοβουλίες (σελ.783).
Προχωρεί κατόπιν σε μιαν ανάλυση των Τουρκο-Γερμανικών σχέσεων που υπήρξαν πότε ανταγωνιστικές και πότε συναγωνιστικές, αναλόγως της πολιτικής της Γαλλίας και της Αγγλίας.
Γενικώς ο Νταβούτογλου δίνει την εντύπωση ότι η Τουρκία εσύρετο σε μια πολιτική συμπεριφορά αναλόγως της σχέσης των μεγάλων δυνάμεων, στηρίζοντας τη Γερμανία, έχοντας στην πλάτη της τον «γίγαντα της στέπας», τη Ρωσία.
Ο πληθυσμιακός παράγων, από στοιχείο ισχύος αποτελεί σήμερα εμπόδιο για την είσοδό της στην ΕΕ, λόγω της Γερμανίας, η οποία τη βλέπει υπό το πρίσμα της Σύγκρουσης των Πολιτισμών (σελ.790). Αυτό φάνηκε από τη στάση της στο Κουρδικό και στο Κυπριακό.
Η Τουρκία απωθούμενη όλο και περισσότερο από την Ευρώπη προσεγγίζει πλέον τη Ρωσία και στις σχέσεις Γερμανίας – Τουρκίας επέρχεται μεγαλύτερη κρίση. Η Γερμανία ονειρεύεται την ανασύσταση της Αγίας Ρωμαϊκής-Γερμανικής αυτοκρατορίας, γράφει (οπότε, το ίδιο πρέπει να κάνουμε κι εμείς, υπονοεί). Το γεγονός της όλο και μεγαλύτερης απομάκρυνσης της χώρας του από την ΕΕ δείχνει ότι τον πονάει.
Κάνοντας μια ιστορική ανάλυση της πρώην Ρωμαίο-Γερμανικής αυτοκρατορίας και της πορείας της, φτάνει ως τις μέρες μας έχοντας εξομοιώσει τον Κάιζερ με τον Χίτλερ, όπου το όνειρο της Γερμανίας εξακολουθεί στους κόλπους της ΕΕ (εδώ ο Έλληνας αναγνώστης αναρωτιέται «κι εμείς τι φταίμε», αλλά αυτό είναι άλλο θέμα και απάντηση δεν θα πάρει).
Κατόπιν, επιχειρεί έναν προσδιορισμό του Τουρκικού προφίλ που σηματοδοτείται από τη δημιουργία του κράτους των Σελτζούκων μετά τη μάχη του Μαντζικέρτ [37].
Θα υπάρξει ξεκαθάρισμα λογαριασμών πολιτιστικού περιεχομένου, προειδοποιεί, εάν Τούρκοι κι Ευρωπαίοι δεν ενωθούμε (το γεγονός ότι ο Χαντινγκτον θέτει με χρώμα κοντά στο Σλαβο-ορθόδοξο τόξο την Τουρκία και όχι με το κόκκινο μουσουλμανικό, δείχνει πως δεν τον προβληματίζει).
Μη μας έχετε εμάς τους μουσουλμάνους στην άκρη, γράφει, δημιουργείτε σοβαρό πρόβλημα, το Τέλος της ιστορίας δεν γράφτηκε ακόμα και ο Χάντιγκτον έκανε λάθος.
Κλείνοντας, εξετάζει τα σενάρια – επιπτώσεις της χώρας του επί της εισόδου και της μη εισόδου της στην ΕΕ, η οποία (όπως και η Τουρκία) δίνει εξετάσεις (σελ.813) και αναφέρεται πάλι στη συμβολή της ελίτ της χώρας του για την ένταξη αυτή.
Συνεχίζεται…
©Typologos.com 2012